Κυριακή 10 Απριλίου 2011

Δικαιούται να μιλάει μια ‘πόρνη πολυτελείας’;

Όταν έγραφα «Τα φύλα χωρίς φύλλα», ήξερα πολύ καλά το ρίσκο που έπαιρνα: αντί η συζήτηση να διεξαχθεί γύρω από τα όσα έλεγα για τη συμπεριφορά και τις σχέσεις των δύο φύλων, να επικεντρωθεί στο γεγονός ότι υπήρξα κολ γκερλ. Φυσικά, θα μπορούσα να αποκρύψω αυτή τη «λεπτομέρεια» της βιογραφίας μου. Κάτι τέτοιο όμως δεν θα ήταν μόνον ανέντιμο αλλά και αντίθετο στη λογική του βιβλίου μου. Δεν ήθελα να δώσω την εντύπωση μιας επηρμένης νεαρής που μιλάει από καθέδρας, επειδή έχει ένα-δυο διπλώματα στην ψυχολογία, αλλά να υπογραμμίσω το γεγονός ότι οι θεωρητικές γνώσεις μου (και οι δοξασίες με τις οποίες ανατράφηκα) δοκιμάστηκαν σ’ ένα σκληρό, αν θέλετε ακραίο πεδίο εμπειρίας, εκεί όπου τα δύο φύλα εμφανίζονται ακριβώς «χωρίς φύλλα» (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο τίτλος του βιβλίου παραπέμπει ειδικά σ’ αυτή την κατάσταση).
Δυστυχώς, σε ένα-δυο μπλογκ, επισκέπτες που δεν έχουν διαβάσει το βιβλίο, όπως ομολογούν οι ίδιοι, έχουν στήσει ολόκληρες συζητήσεις γύρω από το αν μια πρώην πόρνη «δικαιούται δια να ομιλεί». Και μάλιστα μια πρώην «πόρνη πολυτελείας». Η ιδεολογική βάση αυτών των σχολίων είναι φανερή. Οι σχολιαστές θα ήταν πιθανότατα έτοιμοι να με συγχωρήσουν, ακόμη και να με συμπονέσουν, αν ήμουν μια λαϊκή πόρνη, που υποχρεώθηκε να δουλέψει σε μπορντέλο, έπρεπε να ανέχεται πάνω της δεκάδες ανδρικά σώματα κάθε μέρα και βίωνε στυγνή εκμετάλλευση από έναν νταβατζή. Θα ήμουν τότε μια προλετάρια, ένα θύμα του καπιταλιστικού και φαλλοκρατικού συστήματος! Αλλά ως πόρνη πολυτελείας είμαι (ήμουν) ένα προνομιούχο παράσιτο, ένα πρόθυμο γρανάζι αυτού του συστήματος, μια ακόμη έκφραση της διαφθοράς του! Αυτό θυμίζει τη θεωρία για τα «ρετιρέ» του συνδικαλισμού, που την επικαλούνται ολοένα οι κυβερνήσεις για να διχάσουν το εργατικό κίνημα.
Δεν θα απαντήσω εδώ στο αν μια πρώην πόρνη έχει να πει κάτι για τον έρωτα. Απαντάει το βιβλίο μου και τα όσα λέει μπορούν να απορριφθούν, αλλά βέβαια αφού πρώτα διαβαστούν. Θα πω όμως δυο λόγια για το άλλο ζήτημα, το σχετικό με την έννοια «πόρνη πολυτελείας». Όπως οι «λαϊκές» πόρνες, έτσι και οι «πόρνες πολυτελείας» δεν έχουν όλες τον ίδιο ψυχισμό, τα ίδια κίνητρα και την ίδια στάση απέναντι στο επάγγελμά τους. Επίσης, δεν κερδίζουν οπωσδήποτε περισσότερα από ό, τι οι άλλες πόρνες από τη δουλειά που κάνουν. Η ιδέα ότι οι «πόρνες πολυτελείας» διάγουν πολυτελώς οφείλεται σε γαλλικά μυθιστορήματα του 19ου αιώνα και σε σοφτ πορνό ταινίες όπως αυτή για τα «κορίτσια» της μαντάμ Κλοντ. Οι περισσότερες εταίρες αυτής της κατηγορίας, τουλάχιστον στην Ελλάδα, ζουν απλώς λίγο πιο άνετα (και για σχετικά λίγο καιρό) από τις περισσότερες συνομήλικές τους γυναίκες που κάνουν μια «τίμια» δουλειά. Ούτε είναι αλήθεια ότι οι πελάτες τους είναι από επιχειρηματίες και πάνω. Οι περισσότεροι πελάτες μου ανήκαν σε αυτό που λέμε «μεσαία στρώματα». Τα 300 ευρώ για μία ώρα μαζί μου ή τα 1000 ευρώ για μια βραδιά είναι ποσά απείρως μικρότερα από εκείνα που ξοδεύουν αλλού αυτά τα στρώματα για τη διασκέδασή τους. Πανάκριβα δώρα, κρουαζιέρες με πολυτελείς θαλαμηγούς, μπερλουσκονικά όργια σε βίλες – τέτοια πράγματα εγώ δεν τα γνώρισα ούτε επιθύμησα να τα γνωρίσω.
Πάνω απ’ όλα, όμως, το ότι τα κολ γκερλ αποτελούν την ελίτ των εκδιδομένων γυναικών δεν σημαίνει ντε και καλά ότι το πρότυπο ζωής τους είναι η πραγματική ελίτ, η κοινωνική. Υπάρχουν κολ γκερλ με ευαισθησίες, μόρφωση, καλλιέργεια, που δεν κάνουν αυτή τη δουλειά γιατί τις ξεπλάνεψε το εύκολο χρήμα αλλά, πολύ απλά, επειδή δεν ήθελαν να χαραμίζονται για 500 ευρώ και σε πολύ εξευτελιστικότερες συνθήκες. Αν πρέπει να απολογηθούν για το ότι δεν έγιναν «λαϊκές» πόρνες, ορίστε, στήστε δικαστήρια και για τους αδιόριστους καθηγητές που δουλεύουν σε φροντιστήριο, αντί να πάνε να δουλέψουν σε εργοστάσιο!